ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση»
Σήμερα εἶναι καιρὸς νὰ ἑτοιμασθοῦν οἱ ψυχές, γιατί, ἂν συμβῆ κάτι, δὲν ξέρω τί θὰ γίνη. Εἴθε νὰ μὴν ἐπιτρέψη ὁ Θεὸς νὰ ἔρθουν δύσκολες μέρες, ἀλλὰ ἂν ἔρθουν, μὲ ἕναν μικρὸ σεισμό, μὲ ἕνα τράνταγμα, θὰ σωριάσουν ὁλόκληρες ἀδελφότητες, ὁλόκληρα μοναστήρια, γιατὶ ὁ καθένας θὰ πάη νὰ σώση τὸν ἑαυτό του καὶ θὰ τραβήξη τὴν πορεία του. Χρειάζεται πολλὴ προσοχή, γιὰ νὰ μὴ μᾶς ἐγκαταλείψη ὁ Θεός. Οἱ ψυχὲς νὰ ἔχουν κάτι πνευματικό. Αὐτὸ σᾶς τιμάει. Θὰ γίνη μεγάλο τράνταγμα. Τόσα σᾶς λέω, τόσο σκληρὰ ἔχω μιλήσει! Ἐμένα κάτι νὰ μοῦ ἔλεγαν, θὰ προβληματιζόμουν, θὰ σκεφτόμουν γιατί μοῦ τὸ εἶπαν, τί ἤθελαν. Γιὰ νὰ μὴν πῶ βράδυα, ἕνα βράδυ δὲν θὰ κοιμόμουν. Ἂν δὲν ἔβλεπα τὰ δύσκολα χρόνια ποὺ ἔρχονται, δὲν θὰ ἀνησυχοῦσα τόσο. Ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ βλέπω εἶναι ὅτι ἀργότερα θὰ δυσκολευθῆτε πολύ. Δὲν μὲ καταλαβαίνετε. Τότε θὰ μὲ καταλάβετε.
– Ἂν βρεθῆ, Γέροντα, μόνος του κανεὶς σὲ δύσκολα χρόνια, τί θὰ κάνη;
– Ἄρχισε τώρα νὰ κάνης πρῶτα ὑπακοή, νὰ ἀποκτήσης διάκριση, καὶ τότε θὰ δοῦμε. Γι᾿ αὐτὸ εἴπαμε νὰ κόψουμε τὰ κουσούρια πρῶτα. Ἂν ἔχη κανεὶς κουσούρια, δὲν θὰ τὰ βγάλη πέρα. Ἂν τώρα γκρινιάζη γιὰ ὅλα καὶ νομίζη ὅτι αὐτὸς εἶναι λεβεντόπαιδο καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι χάλια, τότε… Κοιτάξτε νὰ διορθωθῆτε, γιὰ νὰ δικαιοῦσθε τὴν θεία βοήθεια. Νὰ στηριχθῆτε ἀκόμη περισσότερο στὸν Θεό. Θὰ ἔχουμε πιὸ δύσκολα χρόνια. Ἀκόμη εἶναι ἄγουρα τά… φροῦτα· δὲν ὡρίμασαν. Ὅταν ἐσεῖς θὰ εἶστε ὥριμες πνευματικά, ξέρετε τί θὰ εἶστε; Ὀχυρό. Ὄχι μόνο γιὰ ἐδῶ, ἀλλὰ θὰ μπορῆτε νὰ βοηθᾶτε καὶ πιὸ πέρα. Γιατί, διαφορετικά, θὰ ἔχετε καὶ ἐσεῖς ἀνάγκη ἀπὸ ἀνθρώπινη βοήθεια καὶ προστασία. Καὶ ξέρετε τί κακὸ εἶναι ἕνα μοναστήρι, μὲ ἕνα σωρὸ ἀδελφές, νὰ ἔχη ἀνάγκη ἀπὸ λαϊκούς; Σήμερα ὁ μοναχὸς πρέπει νὰ ζήση πνευματικά, γιὰ νὰ εἶναι ἕτοιμος νὰ ξεπεράση μιὰ δυσκολία. Νὰ ἑτοιμασθῆ, γιὰ νὰ μὴν τὸν στενοχωρήση ἡ στέρηση, γιατὶ μετὰ μπορεῖ νὰ φθάση στὴν ἄρνηση. Θὰ ἔρθη ἐποχὴ ποὺ θὰ ξεραθοῦν τὰ ποτάμια, ὅλοι θὰ διψάσουν, ὅλοι θὰ ὑποφέρουν. Γιὰ μᾶς τοὺς μοναχοὺς δὲν εἶναι τόσο φοβερό· ἐμεῖς καὶ νὰ διψάσουμε, πρέπει νὰ διψάσουμε, γιατὶ ἐμεῖς ξεκινήσαμε γιὰ κακουχία. «Ὅ,τι δὲν ἔκανα ἑκουσίως ὡς καλόγερος, θὰ πῶ, τὸ κάνω τώρα ἀκουσίως, γιὰ νὰ καταλάβω τί θὰ πῆ καλόγερος. Σ᾿ εὐχαριστῶ, Θεέ μου». Ἀλλὰ ὁ καημένος ὁ κόσμος! Ὅταν φθάνουν οἱ ἄνθρωποι στὸ σημεῖο νὰ ἐφευρίσκουν βόμβες ποὺ νὰ σκοτώνωνται οἱ ἄνθρωποι καὶ νὰ μὴν καταστρέφωνται τὰ κτίρια, τί νὰ πῶ; Ὅταν εἶπε ὁ Χριστὸς «μιὰ ψυχὴ ἀξίζει ὅσο ὁ κόσμος ὅλος»[1], καὶ αὐτοὶ ἔχουν τὰ κτίρια πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅλο τὸν κόσμο, αὐτὸ εἶναι φοβερό!
– Γέροντα, νιώθω ἀγωνία, φόβο, γιὰ ὅ,τι μᾶς περιμένει.
– Αὐτὸς ὁ φόβος μᾶς βοηθάει νὰ γαντζωθοῦμε στὸν Χριστό. Ὄχι ὅτι πρέπει νὰ χαίρεται κανεὶς γι᾿ αὐτὴν τὴν κατάσταση ποὺ περιμένουμε, ἀλλὰ νὰ χαίρεται, γιατὶ θὰ ἀγωνισθῆ γιὰ τὸν Χριστό. Δηλαδὴ δὲν θὰ περάσουμε μιὰ κατοχὴ ἑνὸς Χίτλερ ἢ ἑνὸς Μουσολίνι, ἀλλὰ θὰ δώσουμε ἐξετάσεις γιὰ τὸν Χριστό. Δὲν εἶναι ὅτι θὰ ἔχουμε ἐμεῖς πολυβόλα, ἀτομικὲς βόμβες ἀνώτερες, καὶ θὰ νικήσουμε. Τώρα ὁ ἀγώνας θὰ εἶναι πνευματικός. Θὰ παλέψουμε μὲ τὸν ἴδιο τὸν διάβολο. Ὁ διάβολος ὅμως δὲν ἔχει καμμιὰ ἐξουσία, ἂν δὲν τοῦ δώσουμε ἐμεῖς ἐξουσία. Τί νὰ φοβηθοῦμε; Ἂν ἦταν Χίτλερ ἢ Μουσολίνι, ἦταν ἄλλο. Νὰ μὴν ὑπάρχη φόβος. Νὰ χαιρώμαστε ποὺ ἡ μάχη εἶναι πνευματική. Ἐὰν ζῆτε μοναχικά, πατερικά, καὶ προσέχετε, θὰ δικαιοῦσθε τὴν θεία ἐπέμβαση σὲ κάθε ἐπίθεση τοῦ ἐχθροῦ. Ἂν ὑπάρχουν ἄνθρωποι προσευχῆς, ταπεινοί, ποὺ ἔχουν πόνο καὶ ἀγάπη, εἶναι κεφάλαια πνευματικά, εἶναι «βάσεις» πνευματικές. Δυὸ‐τρεῖς ψυχὲς νὰ ὑπάρχουν σὲ ἕνα μοναστήρι ποὺ νὰ σκέφτωνται τὸν πόνο τῶν ἄλλων καὶ νὰ προσεύχωνται, εἶναι πνευματικὸ ὀχυρό. Καθηλώνουν τὰ πάντα.
[1] Βλ. Ματθ. 16, 26.
0 Σχόλια