Το μέλλον της Κύπρου μετά από 49 χρόνια κατοχής

20 Ιούλ, 2023 | Άρθρα - Μελέτες, Εθνικά

Γράφει ο Λάζαρος Καμπουρίδης, αντιστράτηγος ε.α.
Σχεδόν μισός αιώνας συμπληρώνεται από την τουρκική εισβολή και κατοχή του 37 % της Κύπρου και ο Ελληνισμός καλείται να προσαρμοστεί σε μία νέα γεωπολιτική πραγματικότητα και να συντάξει και να εφαρμόσει ένα νέο στρατηγικό σχέδιο επιβίωσης, ανάτασης, ανάπτυξης και προόδου απέναντι στις διεθνείς προκλήσεις και ιδιαιτέρως στις τουρκικές αξιώσεις που απειλούν την ύπαρξή του.
Το νέο Σχέδιο «Αιώνας της Τουρκίας», δημιουργεί μία νέα και επικίνδυνη διάσταση του τουρκικού επεκτατισμού. Η νέα κυβέρνηση Ερντογάν επιδιώκει την αναβάθμιση του γεωπολιτικού ρόλου της Τουρκίας, με την ίδρυση μιας ένωσης τουρκικών κρατών, τις συμμαχίες με άλλες χώρες, την συνέχιση της εκμετάλλευσης της στρατηγικής σχέσης της με την Μόσχα, τον επανακαθορισμό της θέσης της στο ΝΑΤΟ και μετατροπής της τουρκικής επικράτειας σε περιοχή παγκόσμιου ενεργειακού και εμπορικού κόμβου. Στο πλαίσιο αυτό, η ένταξη του ψευδοκράτους (Ψ/Κ) στην Ένωση Τουρκικών Κρατών ως χώρα παρατηρητής, αποσκοπεί στην επιτάχυνση των διαδικασιών αναγνώρισης του μέσω της εφαρμογής του Σχεδίου αυτού, δηλαδή το ερντογανικής έμπνευσης Σχέδιο του Παντουρκισμού – Πανισλαμισμού.
Η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία την τελευταία δεκαετία εκμεταλλεύθηκαν την αναβάθμιση του γεωπολιτικού τους ρόλου και προχώρησαν σε στρατηγικές σχέσεις με Αίγυπτο, Ισραήλ, αραβικές και άλλες χώρες. Μεγάλη επιτυχία θεωρούνται στο πλαίσιο αυτό, οι τριμερείς και πολυμερείς άξονες με άλλες χώρες, αφού οι δύο πυλώνες του Ελληνισμού, ενισχύονται όχι μόνο πολιτικά αλλά και αμυντικά. Η Κυπριακή Δημοκρατία ενεργώντας αποφασιστικά προχώρησε σε συμφωνίες καθορισμού της ΑΟΖ με χώρες της περιοχής και αδειοδότηση – ερευνητικές εξορύξεις των οικοπέδων των κοιτασμάτων φυσικού αερίου νοτίως της Νήσου, προκαλώντας την αντίδραση της Άγκυρας και την διεύρυνση του αναθεωρητικού της σχεδιασμού και νοτιότερα. Η Κυπριακή Δημοκρατία εκμεταλλευόμενη τις εξελίξεις πέτυχε την αναβάθμιση της στρατιωτικής της συνεργασίας με τις ΗΠΑ και την πλήρη άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων.
Η τουρκική πλευρά στον πολιτικό τομέα, εστιάζει στο θέμα των Βαρωσίων, στην άσκηση πίεσης με το μεταναστευτικό και στην αύξηση του αριθμού των εποίκων ισλαμοποιώντας περαιτέρω τα κατεχόμενα. Στο θέμα της επίλυσης του Κυπριακού, η Τουρκία πλέον κάνει λόγο για συζητήσεις μόνο στη βάση δύο ανεξάρτητων κρατών, ανατρέποντας κάθε προηγούμενη βάση διαλόγου, επιχειρώντας να πετύχει την διεθνή αναγνώριση του Ψ/Κ υπό το εκβιαστικό δίλημμα «δύο κράτη ή μη διάλογος». Η Άγκυρα έχει αντιληφθεί ότι, έχουν αποτύχει οι μέχρι στιγμής προσπάθειες αναγνώρισης της κατεχόμενης Κύπρου ενώ αντιθέτως, η αναβάθμιση της γεωπολιτικής σημασίας της ανατολικής Μεσογείου μέσα και από το ενεργειακό γίγνεσθαι στην περιοχή, έδωσαν προβάδισμα στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Η αναβάθμιση του αεροδρομίου του Λευκόνοικου και η δρομολόγηση κατασκευής ναυτικής βάσης στα κατεχόμενα από την Τουρκία, δείχνει την σημασία που δίνει η Άγκυρα στην περαιτέρω στρατιωτικοποίηση της περιοχής με σκοπό τον έλεγχο της ανατολικής Μεσογείου.
Η ανοιχτή έκφραση της τουρκικής ενόχλησης για την άρση του εμπάργκο όπλων από τις ΗΠΑ προς την Κύπρο, αποκαλύπτουν το άγχος της Άγκυρας σε κάθε ελληνική πρωτοβουλία αμυντικής αναβάθμισης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η τουρκική πλευρά επίσης δείχνει να ανησυχεί, όχι μόνο για την αμυντική θωράκιση της Ελλάδας και της Κύπρου αλλά και για την ενοποίηση του επιχειρησιακού χώρου μέσω της εφαρμογής ενός νέου Δόγματος Ενιαίου Αμυντικού Χώρου. Πολύ αρνητικά επηρεάζονται οι επιχειρησιακοί σχεδιασμοί της Άγκυρας από το εν εξελίξει πρόγραμμα αμυντικής θωράκισης της Ελλάδας και ιδιαίτερα από το προβάδισμα της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας αφού το αεροπορικό όπλο είναι ο κύριος εκφραστής ενός ενοποιημένου Αμυντικού Δόγματος Ελλάδας-Κύπρου. Επιχειρησιακά, δεν υφίσταται άμυνα του ελλαδικού χώρου χωρίς την Κύπρο και αντίστροφα. Όπως η τουρκική πλευρά αντιμετωπίζει ως μία συνέχεια το μέτωπο Έβρος-Αιγαίο-Κύπρος, έτσι ακριβώς θα πρέπει να είναι δομημένος και ο αμυντικός σχεδιασμός της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, απέναντι στην τουρκική απειλή.
Η δημιουργία του τεχνητού θετικού κλίματος το οποίο ακολούθησε τους σεισμούς στην Τουρκία, έδωσε την εντύπωση στην Άγκυρα, ότι μπορεί να πετύχει την αποσύνδεση της επίλυσης του Κυπριακού από την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών. Χαρακτηριστικό αρνητικό παράδειγμα ήταν η υπόσχεση της Αθήνας να στηρίξει την τουρκική υποψηφιότητα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Ναυτιλίας (ΙΜΟ), ενώ αποτελεί εντελώς στρεβλή εντύπωση η δήθεν αλλαγή της τουρκικής στάσης με την επίπλαστη εικόνα των μηδενικών τουρκικών παραβιάσεων στο Αιγαίο.
Συμπερασματικά:
Οι ηγεμονικές επιδιώξεις του Ερντογάν για ηγετικό ρόλο σε ένα Πανισλαμικό-Παντουρκικό μόρφωμα, η τυχοδιωκτική στρατηγική σχέση της Άγκυρας με την Μόσχα και ταυτόχρονα η εκβιαστική πολιτική της στο ΝΑΤΟ, θα φέρουν μεσοπρόθεσμα την Τουρκία στο «μάτι του κυκλώνα».
Λαμβάνοντας υπόψη ότι, η επιβίωση του Ελληνισμού στην περιοχή εξαρτάται κυρίως από την ενότητα των ενεργειών των δύο πυλώνων του και με γνώμονα ότι ο χρόνος δουλεύει υπέρ των ελληνικών επιδιώξεων και εναντίον της επιθετικής Τουρκίας, θα πρέπει Ελλάδα και Κύπρος με βάση τις προκλήσεις που αναφέρθηκαν:
Να συντάξουν ένα νέο κοινό Σχέδιο Στρατηγικής αντιμετώπισης του τουρκικού αναθεωρητισμού, με βάση της νέες γεωπολιτικές ισορροπίες και επιδιώξεις της Άγκυρας.
Να συνεχίσουν σταθερά την διατήρηση – δημιουργία των πολυμερών συμμαχικών σχημάτων, προβάλλοντας την εικόνα ότι ο Ελληνισμός αποτελεί παράγοντα σταθερότητας και αξιοπιστίας στην περιοχή.
Να θέσουν σε εφαρμογή ένα νέο Δόγμα Ενιαίου Αμυντικού Χώρου και να συνεχίσουν το πρόγραμμα εξοπλισμών με βάση τις νέες απειλές στην περιοχή.
Να προχωρήσουν στον κατάλληλο χρόνο την μεταξύ τους οριοθέτηση ΑΟΖ, καθώς θα λειτουργήσει καταλυτικά στις ενεργειακές και γενικότερες εξελίξεις στην περιοχή.