Οι επικριτές των περιορισμών covid στοχοποιήθηκαν από ομάδα κατά της παραπληροφόρησης εντός της κυβέρνησης.
Ο καθηγητής Carl Heneghan, η Molly Kingsley και ο Dr Alexandre de Figueiredo παρακολουθούνταν από κυβερνητικές μονάδες παραπληροφόρησης.
Η Telegraph μπορεί να αποκαλύψει ότι μια μυστική κυβερνητική μονάδα συνεργάστηκε με εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης σε μια προσπάθεια να περιορίσουν τον διάλογο για τις αμφιλεγόμενες τακτικές των εγκλεισμών κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Η Μονάδα Κατά της Παραπληροφόρησης (CDU) δημιουργήθηκε από υπουργούς για να αντιμετωπίσει υποτιθέμενες εγχώριες «απειλές» και χρησιμοποιήθηκε για να στοχοποιήσει τους επικριτές των εγκλεισμών και όσους αμφισβητούν τους μαζικούς εμβολιασμούς των παιδιών.
Αφαιρέθηκαν αναρτήσεις των επικριτών των εγκλεισμών από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Οι υποψίες αυξάνουν ότι οι εταιρείες κοινωνικών μέσων χρησιμοποίησαν την τεχνολογία για να σταματήσουν την προώθηση, την κυκλοφορία ή την κοινοποίηση των εν λόγω αναρτήσεων, οι οποίες επισημάνθηκαν ως ύποπτες από το CDU ή τον ομόλογό του στο Υπουργικό Συμβούλιο.
Έγγραφα που βγήκαν στην επιφάνεια υπό το πλαίσιο της Ελευθερίας της Πληροφορίας (FoI) και κατόπιν αιτημάτων της προστασίας δεδομένων αποκάλυψαν ότι παρακολουθούνταν κρυφά οι δραστηριότητες επιφανών επικριτών της κυβερνητικής πολιτικής για τον Covid.
Μια εταιρεία τεχνητής νοημοσύνης (AI) χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση για να σαρώνει τις ιστοσελίδες μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Η εταιρεία επεσήμανε ως ύποπτες τις συζητήσεις που αντιτίθενται στα πιστοποιητικά εμβολιασμού.
Πολλά από τα ζητήματα, που τέθηκαν, ίσχυαν εκείνη την εποχή και τελικά αποδείχθηκε ότι ήταν βάσιμα.
Το BBC επίσης συμμετείχε σε μυστικές συναντήσεις ενός φόρουμ κυβερνητικής πολιτικής για την αντιμετώπιση της λεγόμενης παραπληροφόρησης.
Την Παρασκευή, βουλευτές και υπερασπιστές της ελευθερίας του λόγου καταδίκασαν τις αποκαλύψεις χαρακτηρίζοντάς τες ως «πραγματικά τρομακτικές» και ως «ένα εργαλείο για τη λογοκρισία των Βρετανών πολιτών», όμοιο με αυτά του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος.
Το μεγαλύτερο μέρος του ευρύτερου έργου της κυβέρνησης για την παραπληροφόρηση είναι απόρρητο για λόγους «εθνικής ασφάλειας». Μεγάλο μέρος των επίσημων εγγράφων έχουν διαγραφεί.
Στην Αμερική, το Twitter έδωσε σε κυκλοφορία παρόμοιες πληροφορίες που αποκαλύπτουν οτι και η κυβέρνηση των ΗΠΑ χρησιμοποίησε ένα μυστικό πρόγραμμα για να περιορίσει τις συζητήσεις για τους εγκλεισμούς κατά την διάρκεια του κορωνοϊού.
Τώρα μάλλον θα αποκαλυφθεί ότι οι δραστηριότητες του καθηγητή Carl Heneghan, επιδημιολόγου του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης που συμβούλεψε τον Boris Johnson, καθώς και οι δραστηριότητες του Dr Alexandre de Figueiredo, ερευνητή στη Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής Λονδίνου (LSHTM), παρακολουθούνταν από κυβερνητικές μονάδες παραπληροφόρησης.
Επίσης παρακολουθούνταν η κοινωνική δραστηριότητα της Molly Kingsley, η οποία ξεκίνησε μια καμπάνια για να μείνουν τα σχολεία ανοιχτά κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Εκτός από το CDU, η κυβέρνηση λειτούργησε μια Μονάδα Ταχείας Αντίδρασης (RRU) εντός του Υπουργικού Γραφείου, η οποία έψαχνε διαδικτυακά για περιεχόμενο που θεωρούσε παραπληροφόρηση.
Το CDU, το οποίο εξακολουθεί να λειτουργεί, ενσωματώθηκε στο Τμήμα Πολιτισμού, ΜΜΕ και Αθλητισμού (DCMS).
Το τμήμα έχει χαρακτηριστεί από εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, συμπεριλαμβανομένων των Facebook και Twitter, ως μια αξιόπιστη πηγή επισήμανσης ύποπτου περιεχομένου – αυτό συνεπάγεται ότι τα αιτήματα για αφαίρεση περιεχομένου προωθούνται με συνοπτικές διαδικασίες προς εξέταση.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, το Twitter και το Facebook υπέβαλε κυρώσεις σε άτομα των οποίων οι αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παρακολουθούνταν από τις εν λόγω μονάδες. Οι υπουργοί αρνήθηκαν τις κατηγορίες ότι ζήτησαν να «κατέβουν» αναρτήσεις του καθηγητή Heneghan, του Dr de Figueiredo ή της κας Kingsley
Η Κυβέρνηση δήλωσε ότι το CDU «εργάζεται ώστε η Κυβέρνηση να κατανοήσει την ρητορική της διαδικτυακής παραπληροφόρησης και να αναγνωρίζει τις πιθανές προσπάθειες τεχνητής χειραγώγησης του περιβάλλοντος πληροφοριών».
Επίσης, η κυβέρνηση διεξήγαγε ένα Συνέδριο Στρατηγικών Κατά της Παραπληροφόρησης, το οποίο συγκέντρωσε δημοσίους υπαλλήλους από το DCMS αλλά και τεχνολογικά μεγαθήρια -όπως το Facebook και η Google – καθώς και το BBC για να συζητήσουν τους τρόπους περιορισμού της παραπληροφόρησης για τον Covid-19 .
Αυτό το συνέδριο και οι δύο μονάδες δεν ήταν ο μόνος τρόπος που προσπάθησε η κυβέρνηση να ασκήσει πίεση στις εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Τα Lockdown Files, που δημοσιεύθηκαν από την Telegraph νωρίτερα φέτος, αποκάλυψαν ότι ο Matt Hancock, πρώην υπουργός Υγείας, πίεσε επανειλημμένα τον Sir Nick Clegg, πρώην αναπληρωτή πρωθυπουργό και νυν στέλεχος του Facebook, πάνω στο θέμα της παραπληροφόρησης για τον εμβολιασμό.
Το Facebook ποτέ δεν έκρυψε τις προσπάθειές του για την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης σχετικά με τον Covid. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας «κατέβασε» αναρτήσεις και κατά την διάρκεια του Απριλίου 2020 τοποθέτησε προειδοποιητική σήμανση σε περίπου 50 εκατομμύρια αναρτήσεις.
Το CDU ιδρύθηκε το 2019 και επικεντρώθηκε στις ευρωεκλογές πριν εστιάσει στην πανδημία.
Κατά τη διάρκεια του Covid, η μονάδα συνεργάστηκε στενά με το ιδρυθέν από το υπουργικό συμβούλιο και πλέον ανενεργό RRU, οι αρμοδιότητες του οποίου μεταξύ άλλων περιλάμβαναν την αντιμετώπιση της «υποτιθέμενης επικίνδυνης παραπληροφόρησης».
Το RRU παραδέχτηκε σε ένα FoI, το οποίο περιήλθε στον οργανισμό Big Brother Watch και προωθήθηκε στην εφημερίδα Telegraph ότι αιτήθηκε να «κατέβουν» αναρτήσεις από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Στο πλαίσιο των εργασιών του, το Υπουργικό Συμβούλιο επίσης προωθούσε τις αναφορές του CDU σχετικά με την παρακολούθηση των μέσων ενημέρωσης».
Έγγραφα αποκάλυψαν ότι το υλικό που επισημάνθηκε ως ύποπτο στο CDU περιλάμβανε άρθρα που δημοσιεύτηκαν στην Telegraph.
Ένα εξ αυτών ήταν ένα άρθρο της κας Kingsley που δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο 2022, και περιέγραφε ότι ήταν «αδικαιολόγητο» το γεγονός ότι η ζωή των παιδιών δεν επέστρεψε στην κανονικότητα ενώ επέστρεψε ολόκληρη η υπόλοιπη κοινωνία. Κάλεσε τους υπουργούς να διαβεβαιώσουν ότι οι εξωσχολικές δραστηριότητες των παιδιών δεν πρέπει να υποβληθούν σε περαιτέρω περιορισμούς.
Ένα από τα tweets της κας Kingsley τον Δεκέμβριο του 2020, στο οποίο έλεγε ότι θα ήταν «ανεπίτρεπτο να κλείσουν τα σχολεία», προωθήθηκε επίσης στο CDU.
Ο Sir Gavin Williamson, ο τότε υπουργός παιδείας, έκλεισε τα σχολεία μερικές μέρες αργότερα. Ωστόσο, έκτοτε παραδέχτηκε ότι η απόφαση προκάλεσε μεγάλη διαμάχη με τον κ Hancock και ότι σκέφτηκε να παραιτηθεί.
Όταν η διαμάχη βγήκε στο φως κατόπιν της έρευνας των Lockdown Files της εφημερίδας Telegraph, ο Sir Gavin είπε ότι το κλείσιμο «δεν έγινε για τους σωστούς λόγους» και ότι μετάνιωσε που συμφώνησε σε αυτό.
Η RRU προώθησε επίσης άρθρα του καθηγητή Heneghan που δημοσιεύτηκαν στην Telegraph και στην Spectator.
Ένα από αυτά αμφισβητούσε την επιστήμη πίσω από τον κανόνα των έξι – ο οποίος αργότερα εγκαταλείφθηκε από την κυβέρνηση – και επίσης, κατέρριπτε τα δεδομένα που χρησιμοποίησε η κυβέρνηση για να αιτιολογήσει το δεύτερο lockdown.
Οι αναρτήσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σχετικά με την μασκοφορία και την ακρίβεια των δεδομένων σχετικά με τους θανάτους από κορωνοϊό «κατέβηκαν» αφού τα μεγαθήρια της τεχνολογίας εξέφρασαν ανησυχία για παραπληροφόρηση σχετικά με τον Covid.
Το CDU έχει επίσης αναθέσει αναφορές από μια εξωτερική εταιρεία τεχνητής νοημοσύνης, την Logically, η οποία χρησιμοποιεί τεχνητή νοημοσύνη για να «σαρώσει» το διαδίκτυο.
Από τον Ιανουάριο 2021 η εταιρεία έλαβε από το DCMS περισσότερα από £1,2 εκατομμύρια για εργασία που περιλάμβανε βοήθεια για την «οικοδόμηση μιας συνολικής εικόνας σχετικά με πιθανές εσφαλμένες ειδήσεις και παραπληροφόρηση».
Σε μια από τις αναφορές της εταιρείας για το CDU, μια ανάρτηση του Dr De Figueiredo, ερευνητή του LSHTM που εργάζεται επίσης για το Vaccine Confidence Project, επισημάνθηκε ως ύποπτη.
Η ανάρτηση έλεγε: «Άνθρωποι που πιστεύουν ότι πρέπει να εμβολιάζουμε μαζικά τα παιδιά κατά του Covid-19 δεν κατανοούν τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα: (α)τον κίνδυνο, ειδικά τον απόλυτο κίνδυνο (β)την ηθική (γ)την φυσική ανοσία (δ)την εμπιστοσύνη στα εμβόλια (ε)τον long Covid.”
Όταν ο Dr De Figueiredo έκανε το σχόλιο, η Μικτή Επιτροπή Εμβολίων και Ανοσοποίησης επέλεξε να μην προτείνει μαζικούς εμβολιασμούς σε παιδιά.
Ο Nadhim Zahawi, πρώην υπουργός, υπεύθυνος για την διάθεση των εμβολίων Covid, δήλωσε ότι πεποίθησή του ήταν ότι η κυβέρνηση περιέλαβε το tweet του Dr De Figuerido λόγω «κακής παρανόησης παρά λόγω κάποιας συνωμοσίας».
Σε μια συνέντευξη για το επόμενο podcast της Telegraph, επονομαζόμενο ως τα Lockdown Files, πρόσθεσε ότι το CDU καταπολεμούσε «προφανώς αποκλειστικά και μόνο τις λάθος ή ψευδείς πληροφορίες».
Η Miriam Cates, μια βουλευτής των Συντηρητικών, είπε: «Οποιαδήποτε κυβερνητική προσπάθεια να σταματήσουν έναν νόμιμο διάλογο είναι εξαιρετικά ανησυχητική, αλλά να ανακαλύπτουμε ότι το DCMS προσπάθησε ενεργά να λογοκρίνει τις απόψεις εκείνων που υπερασπίζονταν την ευημερία των παιδιών, αυτό είναι πραγματικά ανατριχιαστικό.
«Γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι πολλά από τα θεμέλια της δημοκρατία μας – όπως η ελευθερία λόγου και ο κοινοβουλευτικός έλεγχος – απαξιώθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.»
Η Silkie Carlo, διευθύντρια του Big Brother Watch, είπε: «Η ίδια η έννοια του «λάθος πληροφορίες» που υπαγορεύεται από μια κεντρική αρχή μπορεί να γίνει αντικείμενο κατάχρησης και θα πρέπει να εξεταστεί προσεκτικότερα, ώστε να μην ασκούμε λογοκρισία «κινεζικού τύπου».
«Ενώ όλοι θα περίμεναν η κυβέρνηση και οι τεχνολογικοί γίγαντες να ενεργήσουν κατά των ξένων εχθρικών εκστρατειών παραπληροφόρησης, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα υποψιασμένοι σχετικά με αυτές τις δυνάμεις που στρέφονται προς τα μέσα για να σαρώσουν, καταστείλουν και λογοκρίνουν κάθε νόμιμη φωνή των Βρετανών που μιλούν για περιορισμό της ελευθερίας λόγου, μιας και δυστυχώς αυτό συμβαίνει τώρα».
Μια πηγή του Whitehall είπε ότι η σύγκριση με την Κίνα ήταν «απλά ατυχής».
Η πηγή πρόσθεσε: «Αντιθέτως, η μονάδα δημιουργήθηκε για να αντιμετωπίσει τις απειλές που η παραπληροφόρηση προκαλεί, μεταξύ άλλων, στην εθνική ασφάλεια του Ηνωμένου Βασιλείου, και η οποία, σε μεγάλο βαθμό διαδίδεται από εχθρικά κράτη».
Ο Jacob Rees-Mogg, πρώην υπουργός του υπουργικού συμβουλίου, διέταξε να γίνει η έρευνα για τον Covid ώστε να διερευνηθούν οι κυβερνητικές μονάδες παραπληροφόρησης.
«Η έρευνα πρέπει να διερευνήσει τις καταπιεστικές μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για παρακαμφθεί η όποια διαφωνία», δήλωσε.
«Είναι ξεκάθαρο από τα μηνύματα του Χάνκοκ ότι υπήρξαν ενέργειες χειραγώγησης της κοινής γνώμης και ενδεχομένως χρησιμοποιήθηκαν υπόγεια μέσα για να καταργήσουν την ελευθερία του λόγου.
«Αυτό δεν πρέπει να συμβαίνει σε μια ελεύθερη χώρα».
Ένας κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε: «Σκοπός της μονάδας είναι να παρακολουθεί τις ρητορικές και τις τάσεις του διαδικτύου που διακινούν ελεύθερα πληροφορίες στο διαδίκτυο ώστε να προστατεύσει την δημόσια υγεία και την εθνική ασφάλεια.
«Ποτέ δεν έχει παρακολουθήσει τη δραστηριότητα μεμονωμένων ατόμων και έχει επιβάλει καθολική απαγόρευση στους δημοσιογράφους και τους βουλευτές σε πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
«Κανένας από τους κατονομαζόμενους σε αυτήν την αναφορά δεν ανατέθηκε ποτέ στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης από την κυβέρνηση και κάθε άλλος ισχυρισμός είναι αντικειμενικά ψευδής.
«Το RRU, το οποίο έκλεισε τον Ιούλιο του 2022, παρακολουθούσε κυβερνητικές πολιτικές και σημαντικά ζητήματα – όχι μεμονωμένα άτομα. Χρησιμοποίησε τις δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένου του υλικού που κοινοποιήθηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για να αξιολογήσει τις τάσεις και ρητορικές παραπληροφόρησης στο Ηνωμένο Βασίλειο».
Εκπρόσωπος του BBC είπε ότι ο ραδιοτηλεοπτικός σταθμός συμμετείχε στο Συνέδριο για τις Στρατηγικές κατά της Παραπληροφόρησης υπό την ιδιότητα μόνο του παρατηρητή.